- Ταραντίνινος
- Τᾰραντῑν-ινος, η, ον,A made of Tarentine cloth (v. Ταραντῖνον), Schwyzer 462 B 46 (Tanagra, iii B.C.).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ταραντίνινος — ίνη, ον, Α [ταραντῑνον] κατασκευασμένος από ταραντινον* … Dictionary of Greek